Δικηγόρος Γιώργος Πετράκης: Οδήγηση υπό την επήρεια μέθης και ασφαλιστική σύμβαση 

Οδήγηση υπό την επήρεια μέθης και ασφαλιστική σύμβαση
                                                γράφει ο Γιώργος Πετράκης
                                                 Δικηγόρος στον Άρειο Πάγο

 

Ad - Διαφήμιση

           Η οδήγηση μετά από κατανάλωση αλκοόλ εκτός από επικίνδυνη  έχει και σοβαρές νομικές και οικονομικές  συνέπειες για τον οδηγό και όχι μόνο .

Με τις διατάξεις των άρθρων 2 περ. 1, 6 παρ. 1, 10 παρ. 1 και 11 παρ. 1 του ν. 489/ 1976 “περί της υποχρεωτικής ασφαλίσεως της εξ ατυχημάτων αυτοκινήτων αστικής ευθύνης”, ορίζονται μεταξύ άλλων τα εξής: Ο κύριος, ή κάτοχος αυτοκινήτου που κυκλοφορεί μέσα στην Ελλάδα, επί οδού, υποχρεούται να έχει καλύψει με ασφάλιση την εκ τούτου έναντι τρίτων αστική ευθύνη, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος (2 παρ. 1). Η ασφάλιση πρέπει να καλύπτει την αστική ευθύνη του κυρίου, του κατόχου και κάθε οδηγού ή προστηθέντος για την οδήγηση ή υπεύθυνου του ασφαλισμένου αυτοκινήτου (6 παρ. 1). Το πρόσωπο που ζημιώθηκε, έχει από την ασφαλιστική σύμβαση και μέχρι το ποσό αυτής ίδια αξίωση κατά του ασφαλιστή (10 παρ. 1). Ο ασφαλιστής δεν μπορεί να αντιτάξει κατά του προσώπου που ζημιώθηκε, όταν τούτο ασκεί την κατά το άρθρο 10 παρ. 1 αξίωση, ενστάσεις που απορρέουν από την ασφαλιστική σύμβαση, επιφυλασσομένου σ` αυτόν του δικαιώματος αγωγής κατά του ασφαλισμένου, του αντισυμβαλλομένου και του οδηγού (11 παρ. 1).

Περαιτέρω, αποκλείονται της ασφαλίσεως ζημίες που προκαλούνται για όσο χρόνο ο οδηγός του αυτοκινήτου οχήματος τελεί υπό την επίδραση οινοπνεύματος ή τοξικών ουσιών κατά την έννοια και τις προϋποθέσεις του άρθρου 42 του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας (ΚΟΚ).

Τέλος, κατά την διάταξη του άρθρου 9 παρ. 2 του Ν. 2496/ 1997, τον ασφαλισμένο βαρύνουν όλες οι υποχρεώσεις που απορρέουν από την ασφαλιστική σύμβαση, εκτός από εκείνες που από την φύση τους πρέπει να εκπληρωθούν από τον ασφαλισμένο.

Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων, συνάγεται ότι η ρήτρα στο ασφαλιστήριο για εξαίρεση από την ασφαλιστική κάλυψη των ζημιών που προκαλούνται κατά τον χρόνο που ο οδηγός έχει καταναλώσει οινόπνευμα περισσότερο του επιτρεπτού από τον Κ.Ο.Κ., αποτελεί αληθώς καλυμμένο συμβατικό ασφαλιστικό βάρος.

Όμως προϋπόθεση για την λειτουργία αυτής, σε βάρος του λήπτη της ασφαλίσεως , ο οποίος δεν έχει τις υποχρεώσεις από την ασφαλιστική σύμβαση που μπορούν να εκπληρωθούν μόνο από τον ασφαλισμένο οδηγό του αυτοκινήτου, είναι να υφίσταται υπαιτιότητα αυτού (άρθρο 330 Α.Κ.).

Επομένως ο ασφαλιστής που υποχρεώθηκε να καταβάλει αποζημίωση σε ζημιωθέντα τρίτο χωρίς να έχει ευθύνη, λόγω της συμβατικής εξαιρέσεως από την ασφαλιστική κάλυψη των ζημιών που προκαλούνται όταν ο οδηγός του ασφαλισμένου αυτοκινήτου βρίσκεται σε μέθη, δεν δικαιούται να στραφεί αναγωγικά κατά του κυρίου και μη οδηγού του ζημιογόνου αυτοκινήτου και να αξιώσει από αυτόν τα καταβληθέντα ποσά, αν τον τελευταίο δεν βαρύνει υπαιτιότητα σε σχέση με το γεγονός ότι ο οδηγός του αυτοκινήτου του βρισκόταν υπό την επίδραση οινοπνεύματος, όταν προξένησε το ατύχημα, δικαιούται όμως να στραφεί αναγωγικά κατά του οδηγού που οδηγούσε σε κατάσταση μέθης , ως προς τον οποίο δεν γεννάται οποιαδήποτε αμφιβολία ως προς την διάπραξη της παραβάσεως του πιο πάνω ασφαλιστικού βάρους (ΑΠ 1068/2013, ΑΠ 991/2011, ΑΠ 1357/2008, ΑΠ 1517/2006).

Η οδήγηση σε κατάσταση  μέθης εκτός από τις παραπάνω συνέπειες έχει και ποινική και διοικητική ευθύνη δηλαδή επιβολή ποινής και αφαίρεση διπλώματος οδήγησης .