ΓΣΕΒΕΕ και ΕΣΕΕ για την αύξηση του κατώτατου μισθού

Με αφορμή τις ανακοινώσεις του Πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα για τις νέες αυξήσεις των κατώτατων μισθών και κατώτατων ημερομισθίων, η ΓΣΕΒΕΕ και η ΕΣΕΕ εξέφρασαν τις θέσεις τους.

Ad - Διαφήμιση

Η ΓΣΕΒΕΕ

Η ΓΣΕΒΕΕ σε ανακοίνωσή της δηλώνει ότι είχε ταχθεί υπέρ της αύξησης του κατώτατου μισθού λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες της κοινωνίας, των επιχειρήσεων και της εισόδου της ελληνικής οικονομίας σε ένα νέο κύκλο ανόδου, είχε ωστόσο επισημάνει, ότι μία αύξηση του κατώτατου μισθού χωρίς την λήψη άλλων ελαφρυντικών μέτρων για μισθωτούς και επιχειρήσεις, δεν θα έχει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.

H εξαγγελία του πρωθυπουργού για αύξηση του κατώτατου μισθού στα 650 ευρώ θα πρέπει να συνοδευτεί με πρωτοβουλίες προς δυο κύριες κατευθύνσεις: τη διεύρυνση του αφορολογήτου ποσού για τους μισθωτούς έτσι ώστε το διαθέσιμο εισόδημα τους να ανταποκρίνεται σε αυτή την αύξηση και τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους, όπως για παράδειγμα η άμεση κατάργηση της επιπλέον εισφοράς 1% επί των ασφαλιστικών εισφορών του άρθρου 97 του Ν. 4387/2016.

Πάγια θέση της ΓΣΕΒΕΕ είναι η αποκατάσταση των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων μέσω της επαναφοράς της αποφασιστικής συμμετοχής των κοινωνικών εταίρων στον καθορισμό του κατώτατου μισθού.

Η ΕΣΕΕ

Θετική είναι η αύξηση του κατώτατου μισθού, αρκεί αυτή να είναι σταδιακή και να υπάρξει ουσιαστική μείωση στο μη μισθολογικό κόστος. Αυτό ανέφερε ο πρόεδρος της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας Γιώργος Καρανίκας, μετά την εξαγγελία του πρωθυπουργού για την αύξηση του κατώτατου μισθού στα 650 ευρώ.

Ο κ. Καρανίκας προέβη στην ακόλουθη δήλωση:

«Η ΕΣΕΕ πάντοτε αποτιμούσε με θετικό τρόπο και δεν είδε ποτέ φοβικά την αύξηση του κατώτατου μισθού, υπό δύο όμως προϋποθέσεις: η αύξηση να είναι σταδιακή -μέχρι το 2022- και να ανταποκρίνεται στις πραγματικές δυνατότητες της οικονομίας και της αγοράς και, να είναι σε θέση οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις να την αντιμετωπίσουν, με μία αντίστοιχη ουσιαστική μείωση στο μη μισθολογικό κόστος, κάτι το οποίο κατ’ επανάληψη έχουμε επισημάνει.

Το ανακοινωθέν ποσοστό του 11% ξεπέρασε το όριο των προσδοκιών και των αντοχών που έχει η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα και η ελληνική οικονομία.  Να μην ξεχνάμε ότι, το αυξημένο κόστος καλείται και πάλι να καταβληθεί από το ίδιο πορτοφόλι, το οποίο παραμένει κενό τραπεζικής χρηματοδότησης και παράλληλα καλύπτει παράλογη φορολόγηση, αυξημένα εργοδοτικά κόστη, ασφαλιστικές εισφορές, μισθούς, ενοίκια, δημοτικά τέλη, ρυθμίσεις ή καταβολές δανείων, ενώ ο κάτοχός του προσπαθεί στο τέλος κάθε μήνα να ισορροπήσει ψυχολογικά μεταξύ του διλήμματος, αν αξίζει να κρατά την επιχείρησή του ανοιχτή ή όχι.

Θα προτιμούσαμε ο κατώτατος μισθός να αυξηθεί πιο λελογισμένα, ρίχνοντας, τουλάχιστον προς το παρόν, το βάρος του σε χαμηλότερες εισφορές και φόρους στην εργασία.

Πάγια θέση της ΕΣΕΕ παραμένει ότι, για να υπάρξει πραγματική βελτίωση στο οικονομικό κλίμα και αντίστοιχα στην αύξηση των κατώτατων αμοιβών με ορίζοντα διατήρησης και αύξησης των θέσεων εργασίας, χρειάζονται περισσότερο δομικές παρεμβάσεις και ένα συντονισμένο σχέδιο επανεκκίνησης της ανάπτυξης».